Το Μειζον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ - Τεγόπουλος - Φυτράκης ερμηνεύει ως "φούντα" δέσμη από κλωστές ισομεγέθεις, ελεύθερες στο ένα άκρο, θύσανος φρ. δουλείες με φούντες, για εργασίες περίπλοκες και με κακές συνέπειες Η ερμηνεία (περίπλοκη και με κακές συνέπειες) αυτή είναι αυθαίρετη και δεν συνάδει με την συνήθη χρήση της έκφρασης.
Ο όρος "φούντα" αναφέρεται και για τον ανθοφόρο θύσανο της κάνναβης (χασίς) .
Στο Βυζάντιο ομως φούνδα ή κοιλιόδεσμος ή πουγγίον λεγόταν το σακίδιο με τα χρήματα που έζωναν στη μέση τους οι Βυζαντινοί.
Η ρίζα της λέξης είναι λατινική από το fundo, που σημαίνει κυριολεκτικά βυθίζω (το καράβι ή η επιχείρηση "πηγε φούντο" λέμε σήμερα). Θυμηθείτε το Αγγλικό Fund, το Γαλλικό fonds , το Ιταλικό fondo.
Μεταφορικά σημαίνει: θεμελιώνω, καθιερώνω, παγιώνω, πακτώνω και τελικά συνάπτω σύμβαση. Αυτό γιατί κατά την σύναψη μιας σύμβασης οι Ρωμαίοι συμβαλλόμενοι βύθιζαν τα ραβδιά τους στο έδαφος για να στερεώσουν συμβολικά την συμφωνία (pactun, βυζαν, πάκτον) βλ. Κ. ΑΡΜΕΝΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΧΕΙΡΟΝ ΝΟΜΩΝ ή ΕΞΑΒΙΒΛΟΣ σελ. 411 και ΜΕΛ σ. 853 βλ . και την νομική ρήση "pacta sunt servanda" = τα συμφωνημένα είναι τηρητέα, πρέπει να τηρούνται. Ακόμα και τώρα λέμε "τα μιλημένα και τιμημένα" (τιμώ=τηρώ).
Ανακάλυψα και ένα ιδιαίτερο όρο:
Δηλαδή η συμβατικές αμοιβές, οι τιμές τιμοκαταλόγου.
Εργασία "φουντάτη" εννοείται λοιπόν η συμβατικά κατοχυρωμένη εργασία και δεν έχει σχέση με την γνωστή φούντα=θύσανο. Το "φουντάτη" ερμηνεύτηκε από τους μεταγενέστερους "με φούντες". Η δουλειά με φούντες είναι λοιπόν μια σίγουρη και καλή δουλειά, και όχι θυσανωτή δουλειά.