BAR |
λατινικά: barra από το μάρα = εργαλείο σιδηρουργού. |
BOSS |
από το πόσσις = ο αφέντης του σπιτιού. |
BRAVO |
λατινικό, από το ελληνικό "βραβείο". |
BROTHER |
λατινικά frater από το φράτωρ. |
CARE |
από το "καρέζω". |
COLONIE |
από το κολώνεια =αποικιακή πόλη. |
DAY |
Οι Κρητικοί έλεγαν την ημέρα 'δία'. Και: ευδιάθετος είναι σε καλή μέρα. |
DISASTER |
από το δυσοίωνος + αστήρ |
DOLLAR |
από το τάλλαρον καλάθι που χρησίμευε ως μονάδα μέτρησης στις ανταλλαγές. π.χ. «δώσε μου 5 τάλλαρα σιτάρι». Παράγωγο είναι το τάλληρο, αλλά και το τελλάρo! |
DOUBLE |
από το διπλούς - διπλός. |
EXIST |
λατινικά ex+sisto από το έξ+ίστημι εξέχω, προέχω. |
EXIT |
από το έξιτε εξέλθετε |
EYES |
από το φάεα μάτια. |
FATHER |
από το πάτερ (πατήρ). |
FLOWER |
λατινικά flos από το φλόος. |
FRAPPER |
από το φραγκικό Frappan που προέρχεται από το (F)ραπίζω κτυπώ ( F δίγαμμα). |
GLAMOUR |
λατινικό gramo ur από το γραμμάριο. Οι μάγοι παρασκεύαζαν τις συνταγές τους με συστατικά μετρημένα σε γραμμάρια και επειδή η όλη διαδικασία ήταν γοητευτική και με κύρος, το gramou r - glamou r, πήρε την σημερινή έννοια. |
HEART, CORE |
από το κέαρ καρδιά. |
HUMOR |
από το χυμόρ χυμός (Στην ευβοϊκή διάλεκτο, όπως αναφέρεται και στον Κρατύλο του Πλάτωνος, το τελικό ' ς' προφέρεται ως 'ρ'. Π.χ. σκληρότηρ αντί σκληρότης). |
I |
από το εγώ ή ίω, όπως είναι στην βοιωτική διάλεκτο. |
ILLUSION |
από το λίζει παίζει. |
KARAT |
εκ του κεράτιον, (μικρό κέρας για τη στάθμιση βάρους). |
KISS ME |
εκ του κύσον με φίλησέ με (...είπε ο Οδυσσέας στην Πηνελόπη). |
LORD |
εκ του λάρς. Οι Πελασγικές Ακροπόλεις ονομάζονταν Λάρισσες και ο διοικητής τους λάρς ή λαέρτης. Όπως: Λαέρτης - πατέρας του Οδυσσέα). |
LOVE |
λατινικό: love από το 'λάFω'. Το δίγαμμα (F) γίνεται 'αυ' και ' λάF ω' σημαίνει ''θέλω πολύ''. |
MARMELADE |
λατινικά melimelum από το μελίμηλον κυδώνι. |
MATRIX |
από το μήτρα. |
MATURITY |
λατινικά: maturus από το μαδαρός υγρός. |
MAXIMUM |
λατινικά: maximum από το μέγιστος. |
MAYONNAISE |
από την πόλη Mayon, που πήρε το όνομά της από το Μάχων ελληνικό όνομα και αδελφός του Αννίβα. |
ME |
από το με. "εμέ" |
MEDICINE |
λατινικά :medeor από το μέδομαι, μήδομαι σκέπτομαι, πράττω επιδέξια. Και μέδω φροντίζω, μεδέων |
MENACE |
από το μήνις. |
MENTOR |
από τον Μέντoρα διδάσκαλο-σύμβουλο του Οδυσσέα σταλμένο απο τήν Αθηνά. |
MINE |
από το Μινώαι ( λιμάνια του Μίνωα, όπου γινόταν εμπόριο μεταλλευμάτων. «Κρητών λιμένες, Μίνωαι καλούμεναι». (Διοδωρος ο Σικελιώτης .Ε'84,2). |
MINOR |
λατινικά: minor από το μινύς μικρός. Στα επίσημα γεύματα είχαν το μινύθες γραμμάτιον, ένα μικρό κείμενο στο οποίο αναγραφόταν τι περιελάμβανε το γεύμα. Παράγωγο το... menu! |
MODEL |
από το μήδος σχέδιο (η ίδια ρίζα με τη μόδα ( moda). |
MOKE |
από το μώκος αυτός που χλευάζει. |
MONEY |
λατινικό: moneta από το μονία = μόνη επωνυμία της Θεάς Ήρας: Ηρα μονία. Στο προαύλιο του ναού της Θεάς στη Ρώμη ήταν το νομισματοκοπείο και τα νομίσματα έφεραν την παράστασή της, (monetae). |
MOTHER |
από το μάτηρ, μήτηρ. |
MOVE |
από το ομηρικό αμείβου κουνήσου! |
MOW |
από το αμάω θερίζω. |
NIGHT |
από το νύχτα. |
NO |
λατινικό: non, ne εκ του εκ του νη: αρνητικό μόριο ( ''νέ τρώει, νέ πίνει''), ή (νηπενθής απενθής, νηνεμία έλλειψη ανέμου. |
PAUSE |
από το παύση. |
RESISTANCE |
από το ρά + ίστημι. |
RESTAURANT |
από το ρά + ίσταμαι έφαγα και στηλώθηκα. |
RESTORATION |
λατινικά restauro από το ρά+ίστημι, όπου το ρά δείχνει συνάρτηση, ακολουθία, π.χ . ρά-θυμος, και ίστημι στήνομαι. |
SERPENT |
λατινικά serpo από το έρπω (ερπετό). H δασεία ( ') προφέρεται ως σ σερπετό. |
SEX |
από το έξις. Η λέξη δασύνεται και η δασεία μετατρέπεται σε σίγμα και s + έξις. |
SIMPLE |
από το απλούς (η λέξη δασύνεται). |
SPACE |
από το σπίζω εκτείνω διαρκώς. |
SPONSOR από το σπένδω |
προσφέρω (σπονδή). |
TRANSFER |
από το τρύω (διαπερνώ) + φέρω. Transatlantic διαπερνώ τον Ατλαντικό. |
TURBO |
από το τύρβη κυκλική ταραχώδης κίνηση. |
WATER |
από το Ύδωρ (νερό), με το δ να μετατρέπεται σε τ . |
YES |
από το γέ = βεβαίως. |
ΙS |
από το είς. |