Αρκετά εύηχη έκφραση που εκφράζει την κατάσταση στην οποία επικρατεί απόλυτος πανικός ή τρελή ανοργανωσιά. Γενικώς πολύ χύμα φάση και ό,τι να'ναι.
Αν διαβάσουμε τον Μπαμπινιώτη θα δουμε οτι
Προέρχεται από το μεσαιωνικό ουσιαστικό αρτσιβούριον, κι αυτό από το αρμενικό arats-havoth = μηνυτής, αγελιαφόρος. Αναφέρεται στην πρώτη εβδομάδα του Τριωδίου, στη διάρκεια της οποίας οι Αρμένιοι ακολουθούν αυστηρότατη νηστεία Οι Βυζαντινοί αντιμετώπιζαν με εχθρότητα αυτή τη συνήθεια, μάλιστα η μονή Μάμαντος επέμενε στην κατανάλωση αυγών και τυριού κατά τη διάρκεια αυτής της εβδομάδας, για να διαχωριστεί από την αίρεση των Αρτζιβουρίων.
Η λέξη κατέληξε να γίνει συνώνυμη με την αταξία και την πλήρη ακαταστασία, γιατί οι Βυζαντινοί προσπαθώντας να ερμηνεύσουν την καθιέρωση αυτής της νηστείας, το έκαναν με πολλούς και συχνά παράλογους τρόπους με αποτέλεσμα να επικρατήσει σύγχυση.
Αργότερα στο αρτζιμπούρτζι προστέθηκε η λέξη λουλάς για να ενταθεί εκφραστικά η σύγχυση.
Ας με συγχωρήσει ο κ. Καθηγητης αλλά οποιαδήποτε άσχετη λέξη θα μπορούσε να προστεθεί εκεί πχ. λέξη γάτα ή ποτήρι ή κουκουνάρα (άρες μάρες κουκουνάρες) γιατί διαλέχτηκε ο λουλάς; Πως ο αγγελιαφόρος arats-havoth συνδεθηκε με το Τριώδιο, έγινε αρτσιμπούρτζι και απέκτησε το νόημα της ακαταστασίας! το "μπούρτζι" που βρέθηκε!
Κυκλοφορούν κι΄άλλες παρερμηνείες ή εκδοχές , οι οποίες δεν στηρίζονται πουθενά.
Ας προσθέσω και εγώ την δική μου:
Ενδεχομένως από τη λέξη "αρκεβούζιο".
Το arquebus ή harkbus ή hackbut από το ολλανδικό haakbus,μεταγλωττίστηκε στα ελληνικά σε "αρκεβούζιο". Σημαίνει "όπλο με γάντζο". Ήταν ένα πρωτόγονο πυροβόλο που χρησιμοποιήθηκε από τον 15ο ως τον 17ο αιώνα. Ο γάντζος ήταν ένα απαραίτητο σιδερένιο δίχαλο (βέργα ή σωλήνας ~1,5 μετρο σχηματος Υ) στο οποίο ακουμπούσε το ασήκωτο αρκεβούζι για να κάνει δυνατή την σκόπευση. Ο αρκομπουζιέρος κουβαλούσε και το αρκεβούζι και το δίχαλο.
Αναρωτιέμαι μήπως ο γάντζος λεγόταν και "λουλάς" από το τούρκικο lule που σημαίνει σωλήνας.(Αλλο θέμα αν η λέξη εξειδικεύτηκε κατόπιν και σημαίνει την άκρη του σωλήνα του ναργιλέ εκεί που μπαίνει το τουμπεκί. και μετα, εκ του μερους το ολον: Λουλάς=Ναργιλες)
Ο Διονύσιος Ρώμας στον "Περίπλου" του (Σοπρακόμιτος, Τομ Α . Σελ. 26) αναφέρει τον κάπο των
αρκομπουζιέρων και ερμηνεύει = "αρχηγός των τουφεξήδων , που ήταν οπλισμένοι μ' ασήκωτα τσακμακοντούφεκα" (γύρω στο 1571 μΧ)
Είχα ακούσει πως κάποιοι οπλαρχηγοί απειλούσαν οτι "θα πάρουμε τα αρτσιμπουρτζια μας και τον λουλά μας και θα ..." αναφερόμενοι προφανώς στον οπλισμό τους.
ΣυμπέρασμαΜετά από όλα αυτά πιθανολογώ ότι η έκφραση σημαίνει τον οπλισμό και την μετακίνησή του ή χρήση του, και επομένως την απειλή, την οχλαγωγία, την ένοπλη σύρραξη, την αναστάτωση.
Σχετικά: "Τα τσαμασύρια", Τα "σέα και τα μέα". "Τζάτζαλα μάντζαλα"
Υποσημείωση
Ο διάδοχός του αρκομπουζιού, το μουσκέτο, ήταν ένα φορητό πυροβόλο, κάπως μικρότερο από το αρκεβούζιο, και αυτο το κατέστησε ευκολότερο στη μεταφορά. Ήταν ο πρόδρομος του τουφεκιού και άλλων ατομικής χρήσης πυροβόλων όπλων. (Ο χρήστης του λεγόταν mousquetaire. (Βλ.A.Dumas Les 3 mousquetaires ελληνιστί οι 3 σωματοφύλακες).