Γούμενα
Χονδρό κανάβινο σχοινί, ο κάβος των καραβιών, η πρυμάτσα
Ετυμολογία
Από το ιταλικό gomena που πιθανώς προέρχεται από τον πληθυντικό ligameni του λατινικού ligamen =δεσμός, δέσιμο.
Μεταφορικά γκόμενα είναι η ερωμένη, ο ερωτικός δεσμός. Ο γκόμενος είναι η λέξη για τον εραστή. Οι παλαιότεροι έλεγαν τον εραστή ο λεγάμενος (με επηρεασμό από το λέγω, που σημαίνει αυτός περί του όποιου ομιλούμε, ο ειρημένος) προέρχονταν όμως ο λεγάμενος από το ιταλικό legame=δεσμός. (πβλ. lego = συνδέω, Lega, League, Super Leage > κολέγιο, κολεγιά, κολίγας, λέγειν, λεγάτος κλπ από το ελληνικό λέγω, που έχει και την σημασία= ενώνω , συνδέω) η γκομενα=γουμενα=δεσμος και ο λεγάμενος είναι οι βασεις της γκομενας.
Οι ετυμολογίες του Παπαζαχαριου στο Λεξικό της Πιάτσας - Αργκό σελ 118 ειναι τραβηγμενες και αδυνατες
γκόμενα= α) ή ερωμένη, ή φιλενάδα β) ή νέα γυναίκα γενικά γ) ή σέξυ, ή πολύ θηλύκια, πού επιδεικνύει τή θηλυκότητα της. Μας κάνει τη γκόμενα^ παρασταίνει τη σέξι, την πολύ θηλύκια γυναίκα. Προπολεμική λέξη παρμένη από την αργεντινή μάρκα μιας λακ από γομοκόλλα για τα μαλλιά, της Gomina πού ή χρήση της θεωρούταν το άκρον άωτο της γυναικείας ομορφιάς. Με τον πόλεμο ή μάρκα αυτή χάθηκε, το γομάρι-σμα των μαλλιών πέρασε απ' τη μόδα, μια και ολόκληρη ή μόδα υποχώρησε. Μόνο οι θεατρίνες και οι ελαφρές γυναίκες συνέχισαν να το χρησιμοποιούν, μ' άλλα λόγια οι γυναίκες πού έκαναν περισσότερο για ερωμένες παρά για σύζυγοι. Έτσι ή γκομινα σημαινει γυναίκα καί κατά συγκοπή ή γκόμινα κατάντησε να σημαίνει τήν ερωμένη. Κι ή λέξη πήρε κακή καί χυδαια σημασία γιά τίς συζύγους καί σημασία απαγορευμένου καρπού γιά τούς άντρες. Όμως στά παιδιά άρεσε πολύ ή λέξη καί ή σημασία της γιατί προτιμούσαν τίς ελεύθερες καί όμορφες γυναίκες πού έμοιαζαν περισσότερο μέ τίς γυναίκες τών προπολεμικών οικογενειακών φωτογραφιών, παρά μέ τίς μανάδες καί τίς συζύγους του Μεταπόλεμου πού είχαν παρουσιαστικό άφρόντιστο καί ουδέτερο. "Ετσι άπό τά παιδιά του σχολείου βγήκε ή έκφραση: πας άνήρ μάγκας, πάσα γυνή γκόμενα, όπου τό γκόμινα έγινε γκόμενα γιά περισσότερη ευκολία καί μόνο οί μεγάλοι τό πρόφεραν γκόμινα επειδή ήξεραν, άν όχι τήν παλιά του σημασία καί καταγωγή, τουλάχιστο τό ότι αυτή ήταν ή παλιότερη καί ή πιό σωστή μορφή τής λέξης. Καί μεγαλώνοντας ή μεταπολεμική γενιά τών παιδιών τό γκόμενα γενικεύτηκε γιά όλες τίς ωραίες γυναίκες καί δημιουργήθηκε καί τό αρσενικό του γκόμενος γιά τόν ώραϊο άντρα, τόν εραστή.
Αλλη ασταθης ερμηνεία ειναι οτι η γκόμενα παράγεται από το ηγουμένη (μετ. του ηγούμαι). Η μετοχή ηγούμενη αφορά πρόσωπα. Το σχοινί δεν είναι πρόσωπο και δεν είναι και θηλυκό αλλά ουδέτερο (το σχοινί, το παλαμάρι) η αρσενικό (ο κάλως)
Ομως ακομη και σημερα στο πολεμικο ναυτικο αγόμενα ονομαζουν τα σχοινιά. το ρηματικό επιθετο αγομενα (απο την μετοχη του αγομαι) αφορά το ουσιαστικο πείσματα (=γενικως σχοινια, που παραλείπεται ωςευκόλως εννοούμενον). Ευκολα τα αγομενα, εγιναν τα ΄γόμενα και περασαν στην Ιταλικη ως gomena (που δεν εχει καμμια ιταλικη ριζα) και επεστρεψε ως αντιδάνειο στο ναυτικο λεξιλογιο ως γούμενα (πρυμάτσα, παλαμαρι, καραβοσχοινο) και στο μαγκικο ως γκομενα (δεσμός, ερωμενη, φιλενάδα).
Τρ. Γ. Μητσάκη – Φτωχο κομπολογακι μουΧασαμε και τη γκόμενα
και ολα τα επομενα
τώρα έχασα και σένα
γράψε αλίμονο σε μένα
Αποσπασμα απο το βιβλιο μου "... και ρίξ' το στο γιαλό" που ελπιζω να εκδοθει σύντομα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου